αδένες

αδένες
Επιθυλιακά όργανα του αίματος ανθρώπων και ζώων. Κύρια δραστηριότητά τους είναι η παραγωγή και έκκριση ουσιών που δεν τις χρησιμοποιούν αυτά τα ίδια, παρά άλλα μέρη του οργανισμού. Υπάρχουν και κύτταρα που εκτελούν τέτοια λειτουργία και γι’ αυτό χαρακτηρίζονται ως μονοκύτταροι. Οι α. των έμβιων όντων.Διακρίνονται σε εξωκρινείς, ενδοκρινείς και μεικτούς. Οι εξωκρινείς α. (π.χ. σιελογόνοι, ιδρωτοποιοί) έχουν εκφορητικό πόρο, με τον οποίο διοχετεύεται το έκκριμά τους σε κάποια εξωτερική (δέρμα) ή εσωτερική (π.χ. έντερο) επιφάνεια του σώματος. Οι ενδοκρινείς α. (π.χ. θυρεοειδής) δεν έχουν εκφορητικό πόρο και τα εκκρίματά τους, οι ορμόνες, παραλαμβάνονται κατευθείαν από το αίμα. Οι μεικτοί α. (π.χ. πάγκρεας) έχουν και εξωκρινή και ενδοκρινή μοίρα. Οι εξωκρινείς α. είναι οι πιο πολλοί. Αρχικά πρέπει ο καθένας να βρισκόταν σε κάποιο σημείο της επιφάνειας, αλλά με την εξέλιξη μετατοπίστηκαν στο εσωτερικό του σώματος. Πάντα συνδέονται, χάρη στον εκφορητικό τους πόρο, με το μέρος από το οποίο προήλθαν. Από λειτουργική άποψη, στους εξωκρινείς α. διακρίνουμε περιοχές που παράγουν το έκκριμα και περιοχές που το διοχετεύουν. Ανάλογα με τη μορφή των εκκριτικών και των εκφορητικών τμημάτων τους, οι εξωκρινείς α. χωρίζονται σε: σωληνοειδείς (π.χ. οι α. του βλεννογόνου του εντέρου), κυψελοειδείς (π.χ. οι σμηγματογόνοι) και βοτρυοειδείς ή σωληνοκυψελοειδείς (π.χ. σιελογόνοι). Ανάλογα με το είδος του εκκρίματός τους, οι εξωκρινείς α. διακρίνονται σε ορογόνους και βλεννογόνους. Το έκκριμα των ορογόνων α. είναι συνήθως πρωτεϊνικής υφής. Τέτοιοι είναι π.χ. οι α. που εκκρίνουν τα περισσότερα πεπτικά ένζυμα. Ανάλογα με τον τρόπο έκκρισης και τις μορφολογικές μεταβολές που παθαίνουν κατά τη λειτουργία τους τα εκκριτικά κύτταρα, οι εξωκρινείς α. διακρίνονται σε ολοκρινείς, μεροκρινείς και αποκρινείς. Στους ολοκρινείς α. (π.χ. σμηγματογόνοι), για να απελευθερωθεί το έκκριμα, καταστρέφεται ολόκληρο το εκκριτικό κύτταρο και στη θέση του αναπτύσσεται ένα νέο. Μεροκρινείς είναι οι περισσότεροι εξωκρινείς α. του αναπνευστικού, του πεπτικού και του γεννητικού συστήματος των θηλαστικών. Στην περίπτωση των αποκρινών α., τα εκκριτικά κύτταρα παθαίνουν μια περίσφιξη και το έκκριμά τους φεύγει μέσα σε ένα κομμάτι της κυτταρικής μεμβράνης που το περιβάλλει σαν ασκός, οπότε, μετά την έκκριση, τα εκκριτικά κύτταρα μικραίνουν σε όγκο. Αποκρινείς είναι π.χ. οι γαλακτικοί α. στα θηλαστικά. Οι ενδοκρινείς α. διακρίνονται μορφολογικά σε κοίλους και συμπαγείς ή ακοίλους. Στον πρώτο τύπο ανήκει ο θυρεοειδής και στον δεύτερο οι παραθυρεοειδείς, τα επινεφρίδια κλπ. Μερικές φορές οι ενδοκρινείς α. παρουσιάζουν μια ιδιόμορφη διάταξη: τα κύτταρά τους μπορεί να βρίσκονται ακανόνιστα κατανεμημένα στον συνδετικό ιστό άλλων οργάνων, όπως συμβαίνει π.χ. στον ενδιάμεσο ενδοκρινή α. του όρχη (κύτταρα του Λέιντιχ). Οι ενδοκρινείς α. είναι, εξάλλου, ιδιαίτερα πλούσιοι σε αιμοφόρα αγγεία, μέσα στα οποία διοχετεύονται όλες οι ορμόνες. Οι α. των φυτών.Οι α. στα φυτά είναι πολύ λιγότερο διαφοροποιημένοι απ’ όσο στα έμβια όντα και εκκρίνουν διάφορα έλαια, ρητίνες, ουσίες που μοιάζουν με γάλα, άλατα κλπ. Διακρίνουμε εσωτερικούς α. και α. στην επιφάνεια του φυτού. Οι εσωτερικοί α. είναι ομάδες εκκριτικών κυττάρων, που μπορεί είτε να απομακρυνθούν το ένα από το άλλο και να σχηματίσουν έναν κοινό μεσοκυττάριο χώρο (σχιζογενή), τον οποίο περιβάλλουν και διοχετεύουν σε αυτόν το έκκριμά τους (έτσι σχηματίζονται π.χ. οι ρητινοφόροι αγωγοί στους οποίους χύνεται το ρετσίνι στα πεύκα), είτε να καταστρέψουν τα κυτταρικά τους τοιχώματα και το περιεχόμενό τους να εκχυθεί στον χώρο που θα δημιουργηθεί και λέγεται λυσιγενές δοχείο. Οι α. στην επιφάνεια των φυτών είναι είτε μεμονωμένα κύτταρα, είτε ομάδες κυττάρων. Οι α. των φυτών, οι γνωστοί ως νεκτάρια, εκκρίνουν ουσίες πλούσιες σε σάκχαρα. Οι ουσίες αυτές δελεάζουν τα έντομα που μεταφέρουν τη γύρη. Σχηματικές παραστάσεις εξωκρινών (1-4) και ενδοκρινών (5-6) αδένων: (1) σωληνοειδής, (2) σωληνοειδής σχιστός, (3) κυψελοειδής, (4) βοτρυοειδής, (5) κοίλος (θυρεοειδής), (6) συμπαγής (επινεφρίδια). Φωτογραφία της Αδελαΐδας από δορυφόρο της NAΣA, τον Μάιο του 1996, από ύψος 287 χλμ. Διακρίνεται η πόλη, στο στόμιο του κόλπου του Αγίου Βικεντίου, και ΝΑ της πόλης (στο κάτω μέρος) μια φωτιά σε ορεινή τοποθεσία της ευρύτερης περιοχής (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • βαρθολίνειοι αδένες — Αδένες, μεγέθους φασολιού, που βρίσκονται στην είσοδο του κόλπου των γυναικών και από τις δύο πλευρές του. Πήραν το όνομά τους από τον Δανό γιατρό και φυσιολόγο Μπαρτολέν (Kaspar Bartholin, 1655 1738), που τους επισήμανε πρώτος. Οι αδένες αυτοί… …   Dictionary of Greek

  • εξωκρινείς αδένες — Αδένες οι οποίοι αποβάλλουν το έκκριμά τους, μέσω ενός εκφορητικού αγωγού, προς μια ελεύθερη επιφάνεια του σώματος, σε αντίθεση με τους ενδοκρινείς αδένες, οι οποίοι αποβάλλουν το έκκριμά τους (ορμόνες) απευθείας στο αίμα, χωρίς τη μεσολάβηση… …   Dictionary of Greek

  • σιαλογόνοι αδένες — Όργανα προσκείμενα στη στοματική κοιλότητα, που εκκρίνουν ένα ειδικό υγρό, το σάλιο, βασικές λειτουργίες του οποίου είναι η ύγρανση του βλεννογόνου της στοματικής κοιλότητας και η πρώτη φάση της πέψης των τροφών, και ειδικότερα των υδατανθράκων… …   Dictionary of Greek

  • ζώο — Έμψυχο που διακρίνεται από το φυτό συνήθως με τους εξής χαρακτήρες: παρουσιάζει ερεθιστικότητα, που του επιτρέπει να αντιδρά με ταχύτητα στα διάφορα ερεθίσματα, και κινητικότητα, λειτουργίες που οφείλονται στην παρουσία ενός εκτεταμένου νευρικού… …   Dictionary of Greek

  • αραχνίδια ή αραχνοειδή — (arachnoidea). Ομοταξία αρθροπόδων ζώων. Το σώμα των ζώων αυτών χωρίζεται σε δύο τμήματα: το εμπρός που αποκαλείται πρόσωμα (ή κεφαλοθώρακας) και το πίσω που αποκαλείται οπισθόσωμα (ή κοιλία). Τα πρώτα προστοματικά τους εξαρτήματα λέγονται… …   Dictionary of Greek

  • ορμόνες — Ουσίες που επεξεργάζεται ο ζωικός οργανισμός και οι οποίες όταν εισέρχονται στην αιματική κυκλοφορία μεταφέρονται στα διάφορα όργανα για να διεγείρουν τη λειτουργία τους· οι ο. προορίζονται πράγματι για να ρυθμίζουν την ισορροπία μεταξύ των… …   Dictionary of Greek

  • ουρογεννητικό σύστημα — (Ανατ.). Τα όργανα που στον άνθρωπο προορίζονται για τον σχηματισμό και την αποβολή των ούρων, καθώς και εκείνα που αποσκοπούν στην αναπαραγωγή, μπορεί να θεωρηθούν ως ένα σύστημα εξαιτίας της κοινής εμβρυολογικής προέλευσης τους. Στον ενήλικο, η …   Dictionary of Greek

  • ενδοκρινολογία — Κλάδος της ιατρικής που μελετά τη φυσιολογία και την παθολογία των ενδοκρινών αδένων και των εκκρίσεών τους, των λεγόμενων ορμονών. Η ανάπτυξη της ε. είναι μάλλον πρόσφατη· οι ενδοκρινείς αδένες αναγνωρίστηκαν μόλις στις πρώτες δεκαετίες του 19ου …   Dictionary of Greek

  • σπονδυλωτά — Ζώα που αποτελούν ένα τμήμα του τύπου των χορδωτών, ο οποίος υποδιαιρείται με τη σειρά του στους δυο υποτύπους των αγνάθων και των γναθόστομων. Ο πρώτος υποτύπος περιλαμβάνει τις δυο τάξεις των οστρακόδερμων (απολιθωμένων σ. που έζησαν κατά το… …   Dictionary of Greek

  • βλεννογόνος — Η μεμβράνη που επενδύει την εσωτερική επιφάνεια των κοίλων οργάνων, τα οποία επικοινωνούν με το εξωτερικό του σώματος. Β. έχουν για παράδειγμα οι ρινικές κοιλότητες και οι παραρινικοί κόλποι, το στόμα, ολόκληρος ο πεπτικός σωλήνας, η ουροδόχος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”